Δάγκουλας, ο «δράκος» της Θεσσαλονίκης

Ανδρέας Βενιανάκης
Παρασκευή 11-11-2016,
19:15,
Βιβλιοθήκη Δήμου Κηφισιάς

Το Ελεύθερο Πανεπιστήμιο Κηφισιάς και οι εκδόσεις Επίκεντρο πραγματοποίησαν εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου του Ανδρέα Βενιανάκη: Δάγκουλας, ο «δράκος» της Θεσσαλονίκης. Συμβολή στην ιστορία των Ταγμάτων Ασφαλείας επί Κατοχής (1941-1944). την Παρασκευή 11 Νοεμβρίου 2016, στην Έπαυλη Δροσίνη»-Βιβλιοθήκη Δήμου Κηφισιάς. Για το βιβλίο μίλησαν οι:

Στράτος Δορδανάς, επίκουρος καθηγητής τμ. Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών, ΠΑ.ΜΑΚ.,
Νίκος Παπαναστασίου, λέκτορας σύγχρονης ιστορίας τμ. Επικοινωνίας και Μ.Μ.Ε., Ε.Κ.Π.Α.,

και ο συγγραφέας, Ανδρέας Βενιανάκης. Επιμέλεια-συντονισμός: Βλάσης Αγτζίδης. *Η παρουσίαση έγινε στο πλαίσιο της εκδήλωσης «Τάγματα ασφαλείας και δωσίλογοι στην υπηρεσία του κατακτητή (1941-1944). Η περίπτωση της Μακεδονίας» του «Σεμινάριου Ιστορίας 2016-2017» που διοργανώνει το Ελεύθερο Πανεπιστήμιο Κηφισιάς. Σας ευχαριστούμε θερμά για την παρουσία και συμμετοχή σας. Αναδημοσίευση ρεπορτάζ από την ιστοσελίδα της Bookia: http://www.bookia.gr/index.php?action=Blog&post=190ee618-522f-49ea-91d6-6575495eba3c Ο κος Βλάσης Αγτζίδης καλωσόρισε το κοινό στην εκδήλωση για ένα βιβλίο και συζήτηση για ένα «θέμα ταμπού», όπως χαρακτήρισε το αντικείμενο της έρευνας του Ανδρέα Βενιανάκη, το δοσιλογισμό στα χρόνια της γερμανικής κατοχής, «Δεν το συζητήσαμε ποτέ ώστε να καταλήξουμε σε μία κοινή συμφωνία για το τι συνέβη», είπε και παραλλήλισε αυτό το θέμα με το μικρασιατικό και τη δίκη των έξι, το άλλο μεγάλο ζήτημα ταμπού του ελληνισμού, «Μία συζήτηση ουσιαστικά για το πως κλείνουμε τις εκκρεμότητες με το παρελθόν, τις οποίες τελικά δεν κλείνουμε!», είπε. «Καυτό» χαρακτήρισε το θέμα του βιβλίου και της έρευνας του Ανδρέα Βενιανάκη, ενός κρητικού που κατοικεί στη Θεσσαλονίκη, και παρουσίασε τους ομιλητές και το πρόγραμμα της εκδήλωσης με τελικό σκοπό μία ανοιχτή και χωρίς προκαταλήψεις συζήτηση. Μίλησε για τον Αντώνη Δάγκουλα, «τον πιο εμβληματικό δοσίλογο της Θεσσαλονίκης» ο οποίος ανοιχτά υπέρ των Γερμανών ασκούσε ανοιχτή τρομοκρατία ενάντια στην ελληνική αντίσταση. Ο κος Αγτζίδης διαχώρισε το δοσιλογισμό της βόρειας και νότιας Ελλάδας βάσει ενός βασικού χαρακτηριστικού τους, ενώ στη νότιο Ελλάδα τα τάγματα ασφαλείας συντάσσονται από τη δοσιλογική κυβέρνηση των Αθηνών, στη Μακεδονία συντάσσονται, εξοπλίζονται, τροφοδοτούνται και λειτουργούν απευθείας από τα ίδια τα SS. Η Ελλάδα κατακτάται και διαλύεται σε τρία κομμάτια, διαμορφώνονται τρεις εκφράσεις του ελληνικού λαού, η εξόριστη κυβέρνηση και η μοναρχία που φεύγουν από την Ελλάδα και οι δυνάμεις που παραμένουν και προσπαθούν να συγκροτήσουν αντιστασιακά κινήματα. Παύει να υφίσταται κάθε ελληνική αρχή διαχείρισης της κοινωνίας, υπάρχει ένα κενό εξουσίας το οποίο γεμίζουν δύο μεγάλες ομάδες οι οποίες μπορούν να ασκήσουν αντιστασιακή δράση σε ένα ενιαίο μέτωπο απέναντι στους κατακτητές, οι παλαιοί αξιωματικοί του στρατού και τα μέλη του κομμουνιστικού κόμματος που κυνηγημένοι από το μεταξικό κράτος έχουν αφοσιωθεί σε ένα σκοπό και έχουν πλούσια εμπειρία παρανομίας. Οι δύο αυτές δυνάμεις δεν είναι ανταγωνιστικές, αντίθετα συνεργάζονται μεταξύ τους διαμορφώνοντας τελικά το ΕΑΜ το οποίο στέγασε όλες τις πολιτικές δυνάμεις. Τρεις ένοπλες αντιστασιακές ομάδες ιδρύονται αμέσως μετά την εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα, «Η Ελευθερία» στην περιοχή της Θεσσαλονίκης, «Ο Αθανάσιος Διάκος» στην περιοχή των Κρουσίων Κιλκίς, «Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος» στην περιοχή της Νιγρίτας Σερρών, οι οποίες υποτάσσουν τη δράση τους στη βασική εντολή των συμμάχων, «Αντίσταση με κάθε θυσία». Στη Μακεδονία έγιναν και τα πρώτα ολοκαυτώματα διότι εκεί εμφανίστηκε η πρώτη αντίσταση, πρώτη σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Με εντολή του Βερολίνου, για κάθε Γερμανό έπρεπε να εκτελούνται 100 άμαχοι, κατά προτίμηση κομμουνιστές, και 50 για κάθε Γερμανό τραυματία. Το πρώτο ολοκαύτωμα ήταν στα ποντιακά χωριά των Κρουσίων. Πόντιοι που μετά τη γενοκτονία στο μικρασιατικό Πόντο, ήρθαν στην Ελλάδα μέσω… Συρίας, όπου έμειναν για ένα περίπου χρόνο στις σπηλιές του Χαλεπιού και επιβίωσαν λόγω της αλληλεγγύης του τοπικού πληθυσμού. Τελικά, μετά τρία έτη φτάνουν στην Ελλάδα όπου καταλήγουν στην εν λόγω περιοχή. “Πόντιοι που μετά τη γενοκτονία στο μικρασιατικό Πόντο, ήρθαν στην Ελλάδα μέσω… Συρίας, όπου έμειναν για ένα περίπου χρόνο στις σπηλιές του Χαλεπιού και επιβιώνουν λόγω της αλληλεγγύης του τοπικού πληθυσμού… Ειρωνεία της Ιστορίας! “: Σε αυτά τα χωριά αναπτύχθηκε το πρώτο αντάρτικο και για αυτό το λόγο όλα τα χωριά καταστράφηκαν από του Γερμανούς. Το δεύτερο ολοκαύτωμα συνέβη στο χωριό Μεσόβουνο της Κοζάνης και το τρίτο σε χωριά στην περιοχή της Νιγρίτας Σερρών. Οι Γερμανοί πέτυχαν το στόχο τους μετατρέποντας τα υπόλοιπα χωριά σε αντιαντάρτικα για να μην υποστούν τα ίδια και έτσι ξεκινά το δράμα της Μακεδονίας το οποίο κορυφώνεται όταν αρχίζουν οι συγκρούσεις μεταξύ των αντιστασιακών ομάδων, δεξιών και αριστερών, για να ορίσουν το χώρο τους. Για 400-600 εκτελέσεις είναι υπεύθυνη η ομάδα του Αντώνη Δάγκουλα, κατ’ εντολή των Γερμανών, δέκα μήνες πριν την αποχώρησή τους. Διαμορφώθηκαν έτσι δύο μεγάλες δυνάμεις, ο ΕΛΑΣ που κυριαρχείται από τους αριστερούς και η ΠΑΟ, μία δεξιά αντιστασιακή οργάνωση. Η ΠΑΟ διαλύεται και τα μέλη της επιστρέφουν στα χωριά τους οπλισμένα και με παρέμβαση της Γερμανικής κατασκοπείας στρατολογούνται στον Ελληνικό Εθνικό Στρατό, ελεγχόμενο από τα SS. Σε αντίθεση με την Αθήνα όπου την καταστολή την αναλαμβάνει ο Γερμανικός στρατός, στη Μακεδονία αυτό ανατίθεται στις οργανώσεις που έχουν συστηθεί από ντόπιους Έλληνες δοσίλογους με στόχο την καταπολέμηση του κομμουνισμού. «Τη δράση μίας τέτοιας ομάδας, αυτή του Αντώνη Δάγκουλα, μελετά πρώτος ο Ανδρέας Βενιανάκης και για αυτό είναι σημαντικό αυτό βιβλίο για τη γνώση της κατοχικής ιστορίας της περιοχής», είπε ο κος Αγτζίδης για το έργο του συγγραφέα και σημείωσε ότι ο δοσιλογισμός δεν τιμωρήθηκε λόγω του εμφυλίου που ακολούθησε. Οι δοσίλογοι εντάχθηκαν στον Εθνικό Στρατό, αντιμετωπίστηκαν ως εθνικόφρονες και «συγχωρέθηκαν» και οι ομάδες τους αναγνωρίστηκαν ως «αντιστασιακές». Ο κος Νίκος Παπαναστασίου ευχαρίστησε για την ευκαιρία να μιλήσει για την έρευνα του συγγραφέα την οποία και ο ίδιος θεωρεί πολύ σημαντική. Την ομάδα του Αντώνη Δάγκουλα την ενέταξε στην συνολική προσπάθεια σύνταξης Ελληνικών εθνικιστικών ομάδων, γνωστών ως Τάγματα Ασφαλείας, Ράλληδες, πλέον γνωστές ως Γερμανοτσολιάδες, επειδή φορούσαν τις στολές των Ευζώνων και έδρασαν στη νότια Ελλάδα συνδεόμενες με την πρόθεση του τρίτου κατοχικού πρωθυπουργού Ιωάννη Ράλλη να ηγηθεί αντικομμουνιστικής σταυροφορίας την οποία όφειλε να στηρίξει η αντικομμουνιστική μερίδα του ελληνικού πληθυσμού. Αυτή του η πρόθεση συνέπεσε με την πρόθεση του πτέραρχου, διοικητή των Γερμανικών δυνάμεων, να διασωθεί «πολύτιμο γερμανικό αίμα», διασφαλίζοντας την επικυριαρχία του Γερμανικού παράγοντα. Οι Γερμανοί ζήτησαν και πήραν διαβεβαιώσεις από το Ράλλη ότι εξοπλίζοντας αυτές τις ομάδες δεν θα έστρεφαν τα όπλα εναντίον των Γερμανών. Στις διαβεβαιώσεις ο Ράλλης πρόσθεσε και το ότι δεν θα πολεμούσαν ούτε ενάντια στους Συμμάχους εάν αποβιβάζονταν στην Ελλάδα. Αυτές οι ομάδες βοήθησαν καίρια τους Γερμανούς που βρίσκονταν σε φάση υποχώρησης και κάθε εξοικονόμηση δυνάμεων τους ήταν χρήσιμη. Στη φυλετική κλίμακα των Γερμανών, ως Έλληνες αρχικά ήμασταν στη μέση, ούτε την κορυφή με τους Γερμανούς και Σκανδιναβούς ούτε και στη βάση με τους υπανθρώπους Σλάβους. Σταδιακά, καθώς έβλεπαν ότι δεν έχουν τη συμπάθειά μας, υποβιβαζόμασταν καταλήγοντας στο τέλος της κλίμακας, στους «υπανθρώπους», μαζί με τους σλαβικούς λαούς και σκληραίνοντας τα μέτρα δίνοντας εντολή να εκτελούνται ακόμα περισσότεροι. Αυτές οι αντιλήψεις και η επιχείρηση Μπαρμπαρόσα ενάντια στη Σοβιετική Ένωση, ήταν το εργαστήρι προετοιμασίας του ολοκαυτώματος. Ο Χίτλερ ως ζωτικό χώρο για τα 250 εκ. Γερμανών έβλεπε την Ανατολική Ευρώπη όπου για αυτό το σκοπό θέλησε να εξοντώσει τους τοπικούς πληθυσμούς. Έτσι άρχισε η εξόντωση των αιχμαλώτων και δοκιμάστηκαν τα στρατεύματα που θα εξόπλιζαν αργότερα τα στρατόπεδα εξόντωσης τα οποία δημιουργήθηκαν εκτός Γερμανικών συνόρων σε αντίθεση με τα στρατόπεδα συγκέντρωσης που υπήρχαν και μέσα στη Γερμανία. Μετά τις διαβεβαιώσεις του Ράλλη συστήθηκαν τα Τάγματα Ασφαλείας στην Αθήνα, στην Εύβοια και άλλες πόλεις της Πελοποννήσου. Στη Θεσσαλονίκη ο στρατιωτικός διοικητής αποφάσισε να μην συστήσει Τάγματα Ευζώνων αλλά να συνεργαστεί με ένοπλους δοσιλόγους, διότι φοβήθηκε και την αντίδραση των Βουλγάρων στην μελλοντική προσάρτηση εδαφών. Αυτή η επιλογή στηρίχθηκε από τις πολλές αντικομουνιστικές ομάδες που δρούσαν στην περιοχή με γνωστότερη αυτή του αντιΣυνταγματάρχη του Μηχανικού Γεώργιου Πούλου, το Τάγμα Πούλου, με στρατιώτες ντυμένους με γερμανικές στολές, οργανικά ενταγμένων στο γερμανικό στρατό. Μία τέτοια ομάδα ήταν και του Δάγκουλα που δεν αποτελούσε δημιουργία των δοσίλογων κυβερνήσεων και δεν συνδέονταν με τα Τάγματα Ασφαλείας. Η δράση αυτής της ομάδας δεν περιλήφθηκε στις έρευνες για τις ανάλογες ομάδες στην περιοχή, μίας ομάδας που ξεπέρασε σε δράση οποιαδήποτε άλλη, με τουλάχιστον 400 δολοφονίες χωρίς να είναι σαφής ο αριθμός διότι τα θύματα ρίχνονταν στο Γαλλικό ποταμό χωρίς κανένα στοιχείο πάνω τους. Ο κος Παπαναστασίου συνέχισε αναφερόμενος στο ιστορικό του αρχηγού της ομάδας, τον Αντώνη Δάγκουλα, στο πως από αυτοκινητιστής από τα Γρεβενά εντάχθηκε στον ΕΛΑΣ, συνεργαζότανε με τους Ιταλούς και συνελήφθη, κακοποιήθηκε και δραπέτευσε, αρχίζοντας τη βάρβαρη δράση του από τις αρχές του ’44 έως τη μάχη του Κιλκίς όπου τραυματίζεται και πεθαίνει σε νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης. Στο βιβλίο περιγράφεται το προφίλ 100 περίπου συνεργατών του Δάγκουλα, του τρόπου δράσης τους και όλα τα «σκοτεινά επεισόδια». Την έκδοση αυτή τη χαρακτήρισε «φόρο τιμής» για τα θύματα του Δάγκουλα και το βιβλιογραφικό κενό που υπήρχε, αξιοποιώντας για περίπου 10 χρόνια αναρίθμητες πρωτογενείς πηγές και πραγματοποιώντας προσωπικές συνεντεύξεις συγγενών των θυμάτων και του Δάγκουλα. Εξήρε επίσης το χαρακτηριστικό της έρευνας της προσωπικής βίας, το πως ένας εύπορος άνθρωπος, σημαντικό μέλος της κοινωνίας των Γρεβενών χάνει κάθε ηθική αναστολή. Αυτή τη συμπεριφορά προσπαθεί επίσης να ερμηνεύσει ο συγγραφέας. Ο κος Ανδρέας Βενιανάκης εξέφρασε τη χαρά και την τιμή για την εκδήλωση και ευχαρίστησε τους συντελεστές και ομιλητές. Ευχαρίστησε τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ΠΑΜΑΚ, κο Στράτο Δορδανά, «φίλο και μέντορα», όπως τον αποκάλεσε, τον καθηγητή Πανεπιστημίου στη Γερμανία κο Βάιο Καλογριά και τον εκδότη του κο Πέτρο Παπασαραντόπουλο. Μπήκε αμέσως στο θέμα μιλώντας για το πρόσωπο της έρευνας, τον Αντώνη Δάγκουλα, ο οποίος όπως είπε «τρομοκράτησε την πόλη», κάτι που φαινόταν ακόμα και μετά από τόσα χρόνια στα πρόσωπα των ανθρώπων που τον έζησαν και με τους οποίους συνομίλησε ο ίδιος. Με προτροπή των καθηγητών που προανέφερε, ασχολήθηκε μόνον με το συγκεκριμένο πρόσωπο και τη δράση του διότι κάτι γενικότερο θα πλάτιαζε επικίνδυνα. Συνέχισε με το παρελθόν του Αντώνη Δάγκουλα ο οποίος ξεκίνησε ως αυτοκινητιστής, βοηθός οδηγού, από τα Γρεβενά που λόγω της εμφάνισής του τον ερωτεύτηκε ένα αρχοντοκόριτσο των Γρεβενών το οποίο και παντρεύτηκε. Αμέσως αξιοποίησε το «ταλέντο του εκβιαστή» εκβιάζοντας την οικογένεια της συζύγου του με την απειλή εάν δεν του δώσουν ό,τι ζητούσε θα τους την επέστρεφε. Αντίθετα με τον ίδιο, η σύζυγός του Καλλιόπη, ήταν υπέροχος άνθρωπος, μαυροφορεμένη επισκεπτόταν στη φυλακή αντάρτες του Δημοκρατικού Στρατού και τους στήριζε με το υστέρημά της. Φορούσε τα μαύρα όχι διότι πενθούσε το χαμό του συζύγου της αλλά από ενοχή για τα εγκλήματά του. Ο Δάγκουλας αγόρασε ένα φορτηγό με το οποίο έκανε περιουσία αλλά δημιούργησε και αντιπάθειες. Με την Ιταλική κατοχή «μείωσε τον ανταγωνισμό» του καρφώνοντας τους ανταγωνιστές του ως αντιστασιακούς, μένοντας στο τέλος ως ο μόνος οδηγός φορτηγού στην περιοχή. Το ’43 ανέβηκε στα βουνά με τον ΕΛΑΣ όπου και συλλαμβάνεται ως πληροφοριοδότης των Ιταλών αλλά και κατηγοριών άλλων εγκλημάτων. Βασανίστηκε και γλύτωσε σε μία επιδρομή των Γερμανών αποδρώντας από τη φυλακή. Αφού αναρρώνει οι Γερμανοί τον αξιοποιούν στη σύνταξη περιπόλων που συλλαμβάνουν μέλη της ΕΠΟΝ που προπαγανδίζουν γράφοντας συνθήματα στους τοίχους. Αυτές οι ομάδες μαινόμενων κατά των κομμουνιστών ήταν η μαγιά των ομάδων του Δάγκουλα. Αναφέρθηκε ο συγγραφέας σε δεκάδες καταγραφές δολοφονιών και μέσα στην πόλη, εκτελεσμένων με πυροβολισμό στο κεφάλι πίσω από το αφτί και αφήνοντας γυμνό το πτώμα σε κοινή θέα προς τρομοκράτηση του πληθυσμού. Ακολούθησε συζήτηση με το κοινό το οποίο έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις λεπτομέρειες αυτού του κομματιού της ιστορίας της Θεσσαλονίκης αλλά και για γενικότερα θέματα της εποχής της Κατοχής και του τρόπου δράσης των Ταγμάτων Ασφαλείας.

Υλικό από την παρουσίαση