“ΑΝΤΕΘΝΙΚΩΣ ΔΡΩΝΤΕΣ…” 1971-1974

Χρίστος Ζαφείρης
Παρασκευή 20-04-2012,
19:00,
Ένωση Συντακτών Κύπρου, στη Δημοσιογραφική Εστία (Λεωφόρος ΡΙΚ 12, Λευκωσία).

Οι Εκδόσεις Επίκεντρο σε συνεργασία με την Ένωση Συντακτών Κύπρου και το Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου, πραγματοποίησαν εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου: «Αντεθνικώς Δρώντες?» 1971-1974. Η Θεσσαλονίκη στα χρόνια της Χούντας και η εξέγερση του Πολυτεχνείου της, του Χρίστου Ζαφείρη Για το βιβλίο μίλησαν οι:

Κώστας Γουλιάμος, καθηγητής και Αντιπρύτανης Ευρωπαϊκού Πανεπιστήμιου Κύπρου
Γιώργος Τσιάκαλος, καθηγητής Πανεπιστημίου,
Τάκης Χατζηδημητρίου, Πρόεδρος Ι.Κ.ΜΕ.

και ο Χρίστος Ζαφείρης, δημοσιογράφος, συγγραφέας του βιβλίου. Την εκδήλωση χαιρέτησαν οι:

Αντώνης Μακρίδης, Πρόεδρος Ένωσης Συντακτών Κύπρου
Πέτρος Παπασαραντόπουλος, Εκδότης

Την συζήτηση συντόνισε ο δημοσιογράφος Αριστείδης Βικέτος. Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε την Παρασκευή 20 Απριλίου στις 19:00, στην Ένωση Συντακτών Κύπρου, στη Δημοσιογραφική Εστία (Λεωφόρος ΡΙΚ 12, Λευκωσία). Σας ευχαριστούμε θερμά για την παρουσία σας. Ακολουθούν τα κείμενα από τις ομιλίες του Πέτρου Παπασαραντόπουλου και Τάκη Χατζηδημητρίου: “Η τριπλή σταύρωση της γενιάς του Πολυτεχνείου Αντεθνικώς δρώντες, ήρωες και ολετήρες Πέτρος Παπασαραντόπουλος Η γενιά του Πολυτεχνείου και της Μεταπολίτευσης είναι μια παράξενη γενιά. Τόσο στο συλλογικό υποσυνείδητο της ελληνικής κοινωνίας όσο και στο δημόσιο λόγο αντιμετωπίστηκε ως ένα ενιαίο σύνολο, ως μια «φαντασιακή κοινότητα», για να χρησιμοποιήσω τον τόσο εύστοχο όρο του Μπένεντικτ ?ντερσον. Πέρασε έτσι στη σφαίρα του Μύθου, με τις θετικές και αρνητικές συνδηλώσεις, συσκοτίζοντας αποχρώσεις, αποκλίσεις και συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Από αυτή την άποψη το βιβλίο του Χρίστου Ζαφείρη μας προσγειώνει. Από το χώρο του φαντασιακού, δηλαδή εκτός της Ιστορίας, μας μιλάει για ανθρώπινα όντα, με σάρκα και οστά, σε συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες. Η συμβολή του σε μια ψύχραιμη αποτίμηση αυτής της γενιάς και αυτής της περιόδου είναι πολύτιμη. Αυτή η μυθοποίηση οδήγησε σε αυτό που αποκαλώ την τριπλή σταύρωση της γενιάς του Πολυτεχνείου. Η πρώτη σταύρωση έγινε επί δικτατορίας. Ήταν η γενιά των αντεθνικώς δρώντων, η γενιά που απειλούσε τον ελληνοχριστιανικό πολιτισμό της χούντας. Ήταν η γενιά που αντιστάθηκε στην Ελλάδα των Ελλήνων Χριστιανών, που ήταν η ιδεολογική καρικατούρα της δικτατορίας. Η πρώτη αυτή σταύρωση δεν ήταν μόνον συμβολική. Ήταν και υλική, με διώξεις, συλλήψεις, βασανιστήρια, ακόμα και θανάτους, που καλό είναι να μην ξεχνάμε. Η δεύτερη σταύρωση έγινε μετά την πτώση της δικτατορίας. Η γενιά του Πολυτεχνείου, αναπληρώνοντας το ψυχολογικό κενό ενός λαού που στην πραγματικότητα δεν αντιστάθηκε στη δικτατορία, έγινε οι ήρωες του Πολυτεχνείου. Έγινε σχολική γιορτή, επέτειος, με πανηγυρικούς της ημέρας, στεφάνια, διαδηλώσεις, συγκρούσεις με την αστυνομία, δακρυγόνα. Ήταν τόση η υπερβολή που το 1983 εξαγγέλθηκαν 17ήμεροι εορτασμοί. Τότε, τρεις από τους πρωταγωνιστές εκείνης της περιόδου, ο Πάνος Ερμείδης, ο Κώστας Αναγνωστόπουλος και ο Θωμάς Βασιλειάδης, ο οποίος δεν είναι ανάμεσά μας, πήραν την πρωτοβουλία της σύντα¬ξης ενός κειμένου, που περιγράφει το κλίμα εκείνης της εποχής. Το υπέγραψαν δεκάδες. Χαρακτηριστικό απόσπασμα από αυτό το ιστορικό κείμενο: «…Δυστυχώς, μετά την μεταπολίτευση, το ενωτικό και μαζικό πνεύμα εκείνης της εποχής δίνει σιγά ? σιγά τη θέση του στο κομματικό και ατομικό συμφέρον. Πράγμα που συνεχίζεται με εντονότερο ρυθμό όσο περνά ο καιρός και επιβεβαιώνεται από τον αγώνα δρόμου που γίνεται για την οικειοποίηση του Πολυτεχνείου. Πιστεύουμε πως κανείς δεν έχει το δικαίωμα να οικειοποιείται τους αγώνες του 1973. Και πως συνθήματα του τύπου «ο αγώνας δικαιώθηκε», «δικαιώνεται» ή «συνεχίζεται», με τη σκοπιμότητα που λέγονται, δεν έχουν καμιά σχέση με το νόημα του Πολυτεχνείου. Οι εκδηλώσεις που διοργανώνονται καταλήγουν σε παρελάσεις κομματικών μπλοκ που συναγωνίζονται μεταξύ τους για την προβολή των δικών τους συνθημάτων και για το πλήθος που μπορούν να στρατεύσουν. Τέτοιου είδους τριήμερες, επταήμερες ή δεκαεπταήμερες εκδηλώσεις, με πομπώδες ύφος και δοξαστικά, οδηγούν αναπόφευκτα σε αδρανοποίηση του πνεύματος αντίστασης και σε αλλοίωση του πολιτικού ήθους που χαρακτήριζε τους νέους που αντιτάχθηκαν στην δικτατορία…». Η τρίτη, και ίσως πιο οδυνηρή, σταύρωση είναι το ευρύτατα διαδεδομένο στερεότυπο στην Ελλάδα της κρίσης: Η γενιά του Πολυτεχνείου κατέστρεψε την Ελλάδα. Κατηγορείται, όπως εύστοχα έγραψε ο Γιάννης Βούλγαρης «για τις άρρητες υποσχέσεις που οι άλλοι περίμεναν και η ίδια δεν εκπλήρωσε». Πολλοί την κατηγόρησαν και συνεχίζουν να υποστηρίζουν την άποψη ότι όσοι την αποτέλεσαν ήταν οι ολετήρες της πατρίδας. Τριπλή σταύρωση λοιπόν. Οι αντεθνικώς δρώντες έγιναν ήρωες και στη συνέχεια ολετήρες. Τρεις φαντασιακές κατασκευές για το ίδιο κοινωνικό υποκείμενο. Καλό θα ήταν να τις αποδομήσουμε μέσα από μια ψύχραιμη προσέγγιση, μέσα από μια συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης, όπως συνηθίζαμε να λέμε παλιότερα. Η γενιά αυτή έχει, κατά την άποψή μου ένα μοναδικό χαρακτηριστικό, έναν ελάχιστο κοινό παρονομαστή. Προέταξε το γενικό συμφέρον. Υπερέβη την ιδιοτέλεια και τον ατομικισμό, κυρίαρχα χαρακτηριστικά της ελληνικής κοινωνίας. ?ρθρωσε πολιτικό λόγο υψηλής ποιότητας και ήθους. Μίλησε, αισθάνθηκε και έπραξε με βάση το «εμείς» και όχι το «εγώ». Στελέχωσε τα κόμματα της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας, της πληρέστερης από τη σύσταση του ελληνικού κράτους. Οι μεγάλες μάζες αυτής της γενιάς ακολούθησαν κυρίως το ΠΑΣΟΚ και οι πρωταγωνιστές της εντάχθηκαν κυρίως στα κόμματα της αριστεράς. Στη συνέχεια ακολούθησε τη μοίρα της ελληνικής κοινωνίας. Η επικράτηση της καταστροφικής ιδεολογίας της μεταπολίτευσης, που χαρακτηρίστηκε από τον ατομισμό, το συντεχνιασμό, την άρνηση της εργασίας ως κοινωνικής αξίας και την επίρριψη όλων των ευθυνών για τα δεινά της χώρας στους ξένους, διέλυσε το γενετικό πυρήνα της γενιάς του Πολυτεχνείου και της Μεταπολίτευσης. Σταδιακά η ελληνική κοινωνία αποσαθρώθηκε, παρασύροντας στην καταστροφή της και τη γενιά που τόσες υποσχέσεις είχε δώσει για κάτι διαφορετικό. Απομένει μια ιστορικά αποστασιοποιημένη αποτίμησή της. Το βιβλίο του Χρίστου Ζαφείρη είναι μια πολύτιμη συμβολή σε αυτή την κατεύθυνση. Χρειάζεται παράλληλα να αναστοχαστούμε και την πολιτική λειτουργία και τα πολιτικά αποτελέσματα της κορυφαίας πράξης της, που ήταν η κατάληψη του Πολυτεχνείου. Γνωρίζοντας ότι ανοίγω ένα πολύ μεγάλο κεφαλαίο, σταματώ εδώ. Σας ευχαριστώ. ” Κείμενο ομιλίας του Τάκη Χατζηδημητρίου: “Το βιβλίο του Χρίστου Ζαφείρη «Αντεθνικώς δρώντες..» 1971-1974 μας προσφέρει πρόσθετη γνώση για τη δραματική περίοδο της δικτατορίας στην Ελλάδα. Δεν είναι ένα γενικό βιβλίο, δεν τα καλύπτει όλα, άλλωστε δεν είναι ο σκοπός του. Αναφέρεται στο πως η Θεσσαλονίκη βίωσε τη χούντα και μάλιστα σε μια συγκεκριμένη περίοδο. Το βιβλίο συνιστά μια συνεισφορά και μια υπόμνηση, ότι τη χούντα και τη δικτατορία ο κάθε τόπος η κάθε τοπική κοινωνία την έζησε με διαφορετικό τρόπο. Γι αυτό και η πραγματική ιστορία της περιόδου εκείνης είναι ένα μωσαϊκό πολλών συμπεριφορών στάσεων και αντιδράσεων. Ανάλογο στην Κύπρο είναι το βιβλίο του Θέμη Πολυβίου «Ο Αντιχουντικός Αγώνας στην Κύπρο-ΕΑΔΕ» Εκδόσεις Βιβλιεκδοτική 2009 Πρώτα δυο λόγια για το συγγραφέα. Ένας νέος φοιτητής που γυρίζει το Γενάρη του 1971 με απολυτήριο του στρατού, κακοπαθημένος, λόγω δημοκρατικών φρονημάτων, σε μια πόλη που φαίνεται να μη χαμπαρίζει την καταπίεση και τον εξευτελισμό, που το στρατιωτικό καθεστώς επέβαλε στη χώρα. Όμως εκείνος ξέρει ότι είναι αντιμέτωπος των πιο μεγάλων προκλήσεων και των πιο σκληρών αναμετρήσεων που ένας πολίτης μπορεί να αντιμετωπίσει. Αρνείται να μπει στη λογική της ανέμελης καθημερινότητας. Η φοιτητική του ιδιότητα και η επαγγελματική του απασχόληση ως δημοσιογράφου τον φέρνουν σε άμεση επαφή με το πιο ευαίσθητο χώρο όπου η ζύμωση λειτουργεί κι αναζητά διεξόδους. Η νεολαία μέσα στην οποία βρίσκεται αρνείται την υποταγή. Αναζητά, μάχεται, κινδυνεύει, βασανίζεται, επιμένει. Εκεί βρίσκει κι ο συγγραφέας τον εαυτό του. Η δημοσιογραφία, στην οποία αφοσιώνεται, είναι επάγγελμα είναι όμως και ευθύνη και μέσα σε συνθήκες δικτατορίας υπέρβαση. Δεν γράφει υπερβολές, δεν ψευτίζει τις ειδήσεις. Θέλει την ακρίβεια. Την εκφράζει με λιτότητα. Οι αναφορές του στο τρόπο λειτουργίας της εφημερίδας του της «Θεσσαλονίκης» είναι χαρακτηριστικές. Δείχνει ότι κάτω από το πιο καταπιεστικό καθεστώς μπορείς να μετάδοσεις μηνύματα. Δεν υπάρχουν για τις ιδέες φράγματα αξεπέραστα προ παντός όταν αναμετριέται η πνευματικότητα, η εφευρετικότητα, με τη στενοκεφαλιά και την καταπίεση. Εκεί που η χούντα φαίνεται να χάνει τον έλεγχο είναι όταν αφήνει κάποιες χαραμάδες ελευθερίας οργάνωσης ή έκφρασης. Αυτό εκμεταλλευτήκαν κύρια οι φοιτητές μετά το 1972 με τον αγώνα τους για ελεύθερες εκλογές στα πανεπιστήμια. Μια προσπάθεια που άρχισε με λίγες υπογραφές για να γίνει αργότερα κίνημα σε άμεση αναμέτρηση με τους τραμπούκους, και τελικά ξεσηκωμός σε ανοικτή σύγκρουση με τα τανκς. Η σελίδα του Χρίστου Ζαφείρη για τα φοιτητικά στην εφημερίδα «Θεσσαλονίκη» γίνεται τόπος έκφρασης αλλά και χώρος προώθησης των ιδεών. Αυτό το νοιώθουν οι αναγνώστες του. Το αντιλαμβάνονται κι οι στρατοκράτες της πόλης. Ο συντάκτης κινδυνεύει, απειλείται, μένει όμως αμετακίνητος στις αρχές του και στη σωστή κάλυψη των γεγονότων. Η χούντα προσπαθεί να τον δελεάσει κι όταν απορρίπτει τις προτάσεις της εισπράττει την απειλή «..Πρόσεξε να μη το μετανιώσεις». Δεν άργησε να έρθει η σύλληψη «είχε προηγηθεί, μας λέγει ο συγγραφέας, το Μάρτιο του 1972 η απαγόρευση της ομιλίας της Αγγλίδας καθηγήτριας Τζόαν Ρόμπινσον και το κυνηγητό μας να φυγαδεύσουμε τα στελέχη της ΕΚΙΝ Παναγιώτη Κανελλάκη και Γιώργο Βερνίκο. Η αναφορά στον Παναγιώτη Κανελλάκη ας θεωρηθεί κι ένα μνημόσυνο σε ένα πρόωρα χαμένο αγωνιστή, που κανένα αντάλλαγμα ζήτησε ποτέ για τα πάθη του στον αγώνα. Η κράτηση του διάρκεσε 48 μέρες. Στη συνέχεια, ύστερα από παρέμβαση της χούντας, χάνει και τη δουλειά του. Για το Χρίστο Ζαφείρη αυτό δεν είναι το τέλος της δημοσιογραφικής του δραστηριότητας. Αποκαθιστά επαφή με τα αντιστασιακά έντυπα στη Ευρώπη, την εφημερίδα «Ελεύθερη Ελλάδα» που βγαίνει στη Ρώμη, και με ξένους ραδιοσταθμούς που κάλυπταν τη ελληνική κατάσταση. Τα κείμενα του έχουν και σήμερα τη βαρύτητα και την αξία της ιστορικής μαρτυρίας. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το κεφάλαιο για την πολιτιστική αντίσταση, όπου γκαλερί, βιβλιοπωλεία, θεατρικές ομάδες, μουσικές εκδηλώσεις, δίνουν πνευματική και πολιτική διέξοδο στα καταπιεσμένα αισθήματα των δημοκρατικών πολιτών. Μπορεί η πολιτιστική αντίσταση να μη συνεγείρει τις μάζες, όμως εμβαθύνει μέσα στη ψυχή των ανθρώπων την αναζήτηση της ποιότητας και ενδυναμώνει τη θέληση για αλλαγή. Η Θεσσαλονίκη ευτύχησε να έχει ιδρύματα με βαθιές ρίζες μέσα στην κοινωνία όπως το σωματείο «Τέχνη» αλλά και εκλεκτούς πνευματικούς ανθρώπους όπως το Παύλο Ζάννα, που ο εγκλεισμός του στις φυλακές ως μέλους της Δημοκρατικής ?μυνας, μας έδωσε ένα ανεπανάληπτο έργο, τη μετάφραση του Προυστ. Πνευματική φυσιογνωμία που εμπνέει και καθοδηγεί είναι ο Μανώλης Αναγνωστάκης, που συναντά τους νέους στο βιβλιοπωλείο «Βιβλιοθήκη». Εκεί ένας Αναγνωστάκης, όχι μόνο με την ποίηση, αλλά και με τις εμπειρίες και το συντροφικό του λόγο, εμπνέει και ενδυναμώνει τους νέους στους αγώνες τους. Μηνύματα του Μανώλη Αναγνωστάκη φθάνουν και στην Κύπρο, στην ΕΑΔΕ. Υπάρχει και το φεστιβάλ Κινηματογράφου. Το 1971 προβάλλεται η αντιμιλιταριστική ταινία του συμπατριώτη μας Ντίνου Κατσουρίδη που ύψωσε το Θανάση Βέγγο από ένα σπουδαίο κωμικό σε ένα μεγάλο ηθοποιό. Προβάλλεται επίσης η ταινία «Ευδοκία». Το 1972 προβάλλεται η ταινία του Θεόδωρου Αγγελόπουλου « Μέρες του 36» Με το έργο με το θάρρος της άποψης και τη δύναμη της γνώσης οικοδομείται ο πνευματικός αντίλογος στη χούντα. Υπάρχει η δήλωση του Σεφέρη. Στα χρόνια της χούντας ο Σεφέρης ως εκδήλωση αντίστασης δημοσιεύει κείμενα και ποιήματα έξω από τη χουντοκρατούμενη Ελλάδα και γίνεται τακτικός συνεργάτης των «Κυπριακών Χρονικών». Ρήγμα στο σκοταδισμό της χούντας αποτέλεσε η έκδοση των 18 κειμένων. Την ίδια εποχή μια πληθώρα περιοδικών εμφανίζεται και στην Θεσσαλονίκη. Η χούντα τα βλέπει κι ανησυχεί. ?Οταν αργότερα οξύνονται τα πράγματα, τα βιβλία κι ο πολιτισμός γίνονται και πάλι πρώτος της στόχος. Το «Αντεθνικώς δρώντες» δεν είναι μονοδιάστατο. Είναι διάλογος. Από τη μια οι άνθρωποι της δημοκρατίας, των ιδεών, της πίστης στην ελευθερία και τη δημοκρατία κι από την άλλη οι άνθρωποι της χούντας οι μέθοδοι τους, τα έντυπα τους ο λόγος και τα κείμενα τους. Υπάρχουν οι φοιτητές που για τα ιδανικά τους σαπίζουν στα βασανιστήρια κι υπάρχουν κι οι φοιτητές οι κράχτες του συστήματος. Αυτούς του ξέρουμε κι εμείς. Την εποχή της χούντας αναδύονται τα ωραιότερα αλλά και τα χειρότερα που μπορεί να αντιληφθεί ο άνθρωπος. Ο συγγραφέας εκφράζει απογοήτευση και πικρία γιατί η κοινωνία «δεν εκφράστηκε πέρα από αποσπασματικές δράσεις?.». Αντίθετα το καθεστώς είχε βρει πλειάδα συνεργατών, καιροσκόπους της πολιτικής, εθνικιστές, ανθρώπους στρατοκρατικής νοοτροπίας και μειωμένου ήθους, αντιδραστικούς και ανόητους, οπαδούς του χουντικού συνθήματος «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών». Αναφέρει ακόμη ότι υπήρχε εκτεταμένο δίκτυο χαφιέδων που κατέδιδαν τους ίδιους τους συντρόφους τους και προσθέτει: «Η χαφιεδολογία είχε παράδοση στη πόλη δεν ήταν εφεύρημα της χούντας». Αυτή η παθητικότητα, η ανοχή ή και η συνεργασία με τη χούντα δεν ήταν μονοπώλιο της Θεσσαλονίκης. Εμείς γνωρίζουμε πως η κυπριακή κοινωνία συμπεριφέρθηκε. ?Οχι κάτω από καταπίεση και τρομοκρατία αλλά εθελοντικά. Μια συμπεριφορά που τελικά επέτρεψε αν όχι και επέφερε το πραξικόπημα και την Τούρκικη εισβολή. Αυτά δεν λέγονται ως παρηγορία για όσα καταγγέλλει για τη Θεσσαλονίκη ο Χρίστος Ζαφειρίου αλλά για να τονιστεί ότι σε συνθήκες χουντοκρατίας γίνονται και χειρότερα πράγματα.. Κορυφαίο κεφάλαιο του βιβλίου η κατάληψη της Πολυτεχνικής σχολής. Το Πολυτεχνείο της Αθήνας και η Πολυτεχνική Σχολή της Θεσσαλονίκης. Όλα άλλαξαν μετά από τα δυο αυτά γεγονότα. Η βιαιότητα της καταστολής της εξέγερσης του Πολυτεχνείου στην Αθήνα και τα θύματα που υπήρξαν κυριάρχησαν στις μνήμες των ανθρώπων. Ο συγγραφέας μας δίνει τη δυνατότητα να γνωρίσουμε τη σπουδαιότητα και τη σημασία της κατάληψης της Πολυτεχνικής Σχολής της Θεσσαλονίκης. Το πρώτο ερώτημα που εγέρθηκε ήταν αν οι καταλήψεις ήταν τυχαίες κι αυθόρμητες ή προσχεδιασμένες ενέργειες. Όπως φαίνεται τα συμβάντα ούτε προαποφασισμένα αλλά ούτε τυχαία μπορούν να θεωρηθούν. Είναι φανερό ότι υπήρξαν το αποκορύφωμα της κινητοποίησης των φοιτητών τα τρία προηγούμενα χρόνια. Μέσα από την πάλη των φοιτητών ευαισθητοποιήθηκαν οι νέοι, αναδείχθηκαν ηγετικές φυσιογνωμίες, οργανωθήκαν ομάδες και καταστάσεις. Πολύ σωστά ο συγγραφέας παραθέτει ένα μεγάλο αριθμό ονομάτων γιατί τα γεγονότα δεν γίνονται από μόνα τους. Τα κάνουν άνθρωποι που αναλαμβάνουν την ευθύνη, άνθρωποι που τελικά υφίστανται και τις συνέπειες. Στη Θεσσαλονίκη η κατάληψη διέφερε κατά τούτο. Στο κτήριο μπήκαν μόνο φοιτητές με επίδειξη της φοιτητικής τους ταυτότητας και βρέθηκε εξ αρχής κάτω από την ηγεσία Συντονιστικής Επιτροπής. Ανάμεσα στα μέλη της Επιτροπής υπήρξαν φοιτητές που μέσα σε συνθήκες επαναστατικής ατμόσφαιρας διατήρησαν την ψυχραιμία τους και επέδειξαν ηγετικές ικανότητες. Την κρίσιμη στιγμή όταν τα τανκς εμφανίστηκαν μπροστά στην πολυτεχνική Σχολή η ηγεσία πήρε στους ώμους της την ευθύνη που έσωσε τη ζωή των συναδέλφων τους για να συλληφθούν τελικά οι ίδιοι και να δεινοπαθήσουν στα μπουντρούμια της ΚΥΠ. Το άλλο ερώτημα είναι αν ωφέλησε ή έβλαψε η εξέγερση του Νιόβρη. Οι φοιτητές όταν έπαιρναν την απόφαση να ξεσηκωθούν πίστευαν ότι αποτελούσαν μια μαχητική δύναμη σε θέση να επιβάλει απόψεις, αρχικά στα φοιτητικά θέματα, αλλά με την πάροδο του χρόνου και το φούντωμα της κινητοποίησης θεώρησαν πραγματοποιήσιμους ευρύτερους στόχους. Πίστεψαν οι φοιτητές ότι στο δικό τους αγώνα θα προστίθεντο κι άλλοι, ότι θα ξεσηκωνόταν ο λαός κι ότι το τέλος της κατάληψης θα ήταν και τέλος της χούντας. Σε άλλες εποχές τούτο ίσως να ήταν δυνατό. Σε εποχές όπου στρατοί και πολίτες ήσαν σε ίση μοίρα, όταν χρησιμοποιούσαν παρόμοια όπλα, όταν τα οδοφράγματα ήταν αρκετά για να ανατρέψουν καθεστώτα. Στην εποχή μας όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά. Η πάλη είναι άνιση. Η υπεροχή του στρατού σε όπλα και μέσα είναι συντριπτική. Η αποστολή του στρατού ψυχρή και υπολογισμένη με σχέδια έτοιμα για δράση όχι μόνο έναντι του όποιου αντιπάλου αλλά ιδιαίτερα στην περίπτωση της Ελλάδας και για την κατατρόπωση του εσωτερικού εχθρού. Ο στρατός είναι κράτος εν κράτει, σε θέση να ελέγχει τα πάντα με τους δικούς του μηχανισμούς. Οι στρατιώτες δεν είναι πολίτες, δεν ακούν τις εκκλήσεις των φοιτητών, δεν μπορούν να αλλάξουν στρατόπεδο, είναι δεμένοι σε ένα απρόσωπο πειθαναγκασμό και πειθαρχία που αν τον παραβούν δεν θα προλάβουν να κάνουν δεύτερο βήμα. Με διαταγές γίνεται η επιδρομή των αρμάτων εναντίον του Πολυτεχνείου, με διαταγές γίνεται τόσο η κατάληψη της Αθήνας όσο και η αιχμαλωσία της Θεσσαλονίκης. Ο στρατός θέλει απόλυτη εξουσία και δεν ανέχεται τα ρήγματα που αποπειράται ο Παπαδόπουλος. ?λλωστε στην υποτιθέμενη πολιτικοποίηση του υπόβαθρο του καθεστώτος παρέμενε και πάλι ο στρατός. Η περίοδος που ακλούθησε, μετά την Κυπριακή τραγωδία και την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, οδήγησε σε μυθοποίηση των γεγονότων. Υπάρχει συστηματική καπηλεία αγώνων και θυσιών. Ούτε κι αυτό είναι περίεργο γιατί η χούντα ούτε στην Ελλάδα ούτε στην Κύπρο ανατράπηκε. Παραχώρησε σταδιακά την εξουσία και αυτό υπό όρους, γι αυτό ορθά χρησιμοποιείται ο όρος μεταπολίτευση. Με το έργο του ο Χρίστος Ζαφείρης αναδεικνύει το διαχρονικό δράμα, της αναμέτρησης της ελευθερίας με την καταπίεση. Τότε σήμαινε πόνο, στέρηση , φυλακίσεις , βασανιστήρια. Το κόστος της πάλης είχε μετρήσιμα κριτήρια. Το «Αντεθνικώς δρώντες» είναι ένα πρότυπο κι ένα παράδειγμα. Ευχαριστούμε και συγχαίρουμε το Χρίστο Ζαφειρίου για ένα έργο που αποτελεί απόκτημα για τη γνώση και την κατανόηση μιας εποχής.”

Υλικό από την παρουσίαση